Ένας πελάτης της τράπεζας στην οποία δουλεύει ο Σάββας έχει χάσει τα πάντα και απειλεί όλους τους υπαλλήλους που εμπλέκονται στην υπόθεσή του. Ενώ ο Σάββας τα λέει στη Λυδία, ένα διαφημιστικό τηλεφώνημα στο σπίτι το οποίο απαντάει η Σάντρα παρερμηνεύεται, νομίζοντας ο Σάββας ότι πρόκειται για τον πελάτη της τράπεζας. Πανικόβλητος, πείθει τη Λυδία να μετακομίσουν για λίγο στους γονείς του κι εκείνος πάει στην αστυνομία για κατάθεση, ενώ στους γονείς του λένε ότι η μετακόμιση οφείλεται σε έναν σπασμένο σωλήνα. Εν τω μεταξύ, η Αλεξάνδρα έχει στείλει κάποια έργα της σε μια έκθεση φίλης και όταν τελειώνει η έκθεση, εκείνη τα στέλνει πίσω με έναν ταξιτζή (Γιώργος Αραχωβίτης). Εκείνος όμως από λάθος, χάνει τα έργα και φτάνει στο σπίτι με άδεια χέρια. Παραμένει έξω από το σπίτι ψάχνοντας το θάρρος να κτυπήσει το κουδούνι, ενώ μέσα τα παιδιά ενημερώνουν τον Μενέλαο για τον πραγματικό λόγο της μετακόμισης.